H όπερα είναι η πιο σπουδαία μορφή τέχνης, που θα έπρεπε όλοι να ακούν & να εκτιμούν, έλεγε ο σπουδαίος καλλιτέχνης, ο οποίος γεννήθηκε στις 12 Οκτωβρίου του 1935.-Από τη Μανταλένα Μαρία Διαμαντή

“Οι άνθρωποι πιστεύουν ότι είμαι πειθαρχημένος. Δεν είναι πειθαρχία. Είναι αφοσίωση. Υπάρχει μεγάλη διαφορά.”

Αυτά ήταν κάποτε τα λόγια του κορυφαίου τενόρου, Luciano Pavarotti.  Δεν είναι τυχαίο ότι το  1996 το περιοδικό Forbes τον κατέταξε στην 28η θέση των πιο υψηλά αμειβόμενων καλλιτεχνών, υπολογίζοντας τα ετήσια έσοδά του στα 25 εκατομμύρια δολάρια και την προσωπική του περιουσία στο δεκαπλάσιο…

Θα έλεγε κανείς ότι είχε τόσο μεγάλο ταλέντο, που φάνηκε από την πρώτη κιόλας  μέρα που ήρθε στον κόσμο…

Τι ψηλή φωνή! Θα γίνει σίγουρα τενόρος” λέγεται ότι αναφώνησε ο μαιευτήρας της μητέρας του, όταν γεννήθηκε ο μικρός Luciano.

Η πρώτη φορά που τραγούδησε  σε μία χορωδία ήταν μαζί με τον πατέρα του Fernando, ο οποίος λάτρευε την όπερα και ήταν ο ίδιος ερασιτέχνης τραγουδιστής. Ύστερα από μια διεθνή διάκριση της Χορωδίας της Μοντένα, αποφάσισε να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη μουσική.

Το επαγγελματικό ντεμπούτο του έγινε στις 29 Απριλίου 1961, στον κορυφαίο ρόλο για τενόρο, του Ροντόλφο στην εκπληκτική όπερα του Puccini “La Boheme”. Την ίδια χρονιά κέρδισε στο διεθνή μουσικό διαγωνισμό “Achille Peri”. Μετά από αυτό, σε σύντομο χρονικό διάστημα, έγινε διάσημος στη χώρα του, την Ιταλία.

Εμφανίστηκε  στις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές σκηνές, ενώ το 1965 έκανε το πρώτο άνοιγμά του στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Από τότε  έκανε ορισμένες από τις πιο αξιομνημόνευτες εμφανίσεις του και τιμήθηκε, μεταξύ άλλων, με πέντε βραβεία Grammy.

Ο Pavarotti έγινε ιδιαίτερα γνωστός με τη συμμετοχή του στους “Τρεις Τενόρους”, τον Jose Careras και Placido Domingo.   Η τελευταία του εμφάνιση στη σκηνή ήταν το Φεβρουάριο του 2006, στην τελετή έναρξης των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων στο Τορίνο. Παντρεύτηκε δύο φορές και απέκτησε τέσσερα παιδιά. Σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις του, είπε: “Τα είχα όλα στη ζωή μου, πραγματικά όλα, αλλά ακόμη και αν τα έχανα όλα, με το Θεό είμαστε πάτσι.”

Tα τελευταία χρόνια της ζωής του έδωσε μάχη με την επάρατη νόσο. Η φωνή του έσβησε στις 6 Σεπτεμβρίου του 2007.

Το Caruso, είναι ένα τραγούδι που έγραψε ο Lucio Dalla το 1986, και που όσα χρόνια και να περάσουν θα παραμένει αγαπημένο… Ιδιαίτερα, όταν το ερμηνεύει ο ανεπανάληπτος Luciano Pavarotti

Στο άκουσμα της μελωδίας και μόνο, προκαλεί συναισθήματα συγκίνησης, νοσταλγίας… Ακούγοντας τους στίχους ταξιδεύεις στο χρόνο… Σε μια άλλη εποχή, που έζησε ο σπουδαίος Ιταλός τενόρος, Enrico Caruso και που για εκείνον γράφτηκε το τραγούδι. Θέλοντας να τον τιμήσει, το βαφτίζει με το επώνυμό του και περιγράφει τις τελευταίες στιγμές του και τον πόνο που τον οδηγεί αργά και αναπόφευκτα στο τέλος του. Έναν πόνο που καταλαγιάζει όταν κοιτάζει στα μάτια μια γυναίκα. Ωστόσο  δεν έχει γίνει ξεκάθαρο αν είναι η σύζυγος ή η κόρη τού Caruso.   Σίγουρα, όμως,  πρόκειται για ένα ιδιαίτερα αγαπητό του πρόσωπο. Το όλο σκηνικό διαδραματίζεται σε μια ταράτσα στο Σορρέντο της Νάπολης, από όπου κατάγεται ο  μεγάλος τενόρος.

Στις 25 Φεβρουαρίου του 1873, ήρθε στον κόσμο ένα αγοράκι του οποίου οι φωνές, κατά τη διάρκεια της γέννας, ξεσήκωσαν τις φτωχογειτονιές της Νάπολης. Ήταν ο μικρός Errico- όπως τον βάφτισαν την επόμενη μέρα που γεννήθηκε. Μπορεί να  προοριζόταν να γίνει μάστορας-μεταλλουργός ακολουθώντας τα χνάρια του τον πατέρα του αλλά η θεϊκή φωνή του τον οδήγησε στην Όπερα. Τη λατρεμένη του Όπερα, την οποία υπηρέτησε πιστά καθ`όλη τη διάρκεια της σύντομης ζωής του. Το όνομά του, το επέλεξε ο ίδιος: Enrico Caruso.

Caruso

La dove il mare luccica

E grida forte il vento

C`e vecchia terrazza

Vicino al golfo di Sorrento

Un uomo abbraccia una ragazza

Dopo che aveva pianto

Poi si schiarisce la voce

Ed incomincia il canto

Te voglio bene assai

Ma tanto tanto bene sai

e` na catena ormai

Che scioglie il sangue dint`e vvene sai

Vide le luci in mezzo al mare

Penso alla notti là in America

Ma erano solo le lampare

E la bianca scia d`un`elica

Sentì il dolore nella musica

E si alza dal pianoforte

Ma quando vide la luna uscire da una nuvola

Gli sembra  piu dolce anche la morte

Guardi negli occhi la ragazza

Quegli occhi verdi come il mare

Poi all`improvisso uscì una lacrima

E lui credette d`affogare

Te voglio bene assai

Ma tanto tanto bene sai

E una catena ormai

Che scioglie il sangue dint`e vvene sai

Potenza della lirica

Dove ogni dramma è un falso

Che con un po` di trucco e con la mimica

Puoi diventare un altro

Ma due occhi che ti guardano

Così vicini e veri

Ti fan scordare le parole

Confondono pensieri

Così diventò tutto piccolo

Anche le notti la in America

Ti volti e vedi la tua vita

Come la bianca scia di un`elica

Ma sì, e la vita che finisce

Ma lui non ci pensò poi tanto

Anzi, si sentiva già felice

E incominciò il suo canto

Te voglio bene assai

Ma tanto tanto bene sai

E `u na catena ormai

Che scioglie il sangue dint`e vvene sai

Te voglio bene assai

Ma tanto tanto bene sai

E una catena ormai

Che scioglie il sangue dint`e vvene sai

CARUSO

Εδώ που η θάλασσα ιριδίζει

Και φυσά δυνατά ο αέρας

Πάνω σε μια παλιά ταράτσα

Μπροστά στον κόλπο του Suriento

Ένας άντρας αγκαλιάζει μια κοπέλα

Αφού έχει κλάψει

Ύστερα καθαρίζει τη φωνή του

Και ξαναρχίζει το τραγούδι

Σε θέλω πάρα πολύ

Μα τόσο τόσο πολύ, ξέρεις

Τώρα πια είναι μια αλυσίδα

Που λιώνει το αίμα στις φλέβες, ξέρεις

Βλέπει τα φώτα στη μέση της θάλασσας

Σκέφτεται τις νύχτες εκεί στην Αμερική

Ήταν μόνο οι λάμπες

Και η λευκή σκια ενός έλικα

Άκου τον πόνο μέσα στη μουσική

Που ανεβαίνει από το πιάνο

Μα όταν βλέπεις το φεγγάρι να βγαίνει από ένα σύννεφο

Φαίνεται πιο γλυκός ακόμα και ο θάνατος

Κοίτα μέσα στα μάτια της κοπέλας

Αυτά τα μάτια τα πράσινα σαν τη θάλασσα

Έπειτα ξαφνικά βγαίνει ένα δάκρυ

Και αυτός σκέφτεται να το σκουπίσει

Σε θέλω πάρα πολύ

Μα τόσο τόσο πολύ, ξέρεις

Τώρα πια είναι μια αλυσίδα

Που λιώνει το αίμα στις φλέβες, ξέρεις

Η δύναμη του θεάτρου

Όπου κάθε δράμα είναι ένα ψέμα

Και με λίγο μακιγιάζ και μίμιση

Μπορείς να γίνεις κάποιος άλλος

Μα δυο μάτια που σε κοιτάζουν

Τόσο κοντινά και αληθινά

Σε κάνουν να ξεχνάς τις λέξεις

Και μπερδεύουν τις σκέψεις

Έτσι όλα γίνονται τόσο μικρά

Ακόμα και οι νύχτες εκεί στην Αμερική

Φορές που βλέπεις τη ζωή σου

Σαν τη σκια ενός έλικα

Και ναι, είναι η ζωή που τελειώνει

Μα αυτός δεν το σκέφτεται πια

Και ήδη νιώθει ευτυχισμένος

Και συνεχίζει το τραγούδι του.

(703)