Η ιστορία του μαύρου πρόβατου του χορού που η ζωή την τιμώρησε.. Έφυγε από τη ζωή στις 14 Σεπτεμβρίου του 1927.-Από τη Μανταλένα Μαρία Διαμαντή

Ισιδώρα Ντάνκαν….Μια “ξυπόλητη χορεύτρια” με εκρηκτική ιδιοσυγκρασία, που δεν χωρούσε στους άκαμπτους κώδικες του κλασικού μπαλέτου. Το “μαύρο πρόβατο του χορού”…

  Λάτρις της Ελλάδας, κομμουνίστρια κι αμφισεξουαλική. Θεωρήθηκε, μάλιστα, από πολλούς, μητέρα του σύγχρονου χορού, με χορογραφίες εμπνευσμένες από την αρχαία ελληνική χορογραφία.

“Γνήσια θυγατέρα της Τερψιχόρης” χαρακτηρίζει τη “δεσποινίδα Ισιδώρα Δόνκαν” το πρόγραμμα  της παράστασης του Βασιλικού Θεάτρου της Αθήνας,όπου η Ισιδώρα Ντάνκαν εμφανίζεται το 1903. Όταν τη ρωτούν ποιός την έμαθε να χορεύει, η αυτοδίδακτη Ισιδώρα δίνει μια αφοπλιστική απάντηση:”Η Τερψιχόρη”. Στην πραγματικότητα, εκείνος που τη δίδαξε δεν ήταν παρά η κίνηση των κυμάτων, το φύσημα του ανέμου και τα γλυπτά του Παρθενώνα,τα οποία μελέτησε στο Βρετανικό Μουσείο.

Η Ντάνκαν γεννιέται στις 26 Μαίου του 1877, στο Σαν Φρανσίσκο, και μεγαλώνει σε μια οικογένεια με έντονα πνευματικά ενδιαφέροντα. Τα καλλιτεχνικά της ιδεώδη έχουν μεγαλύτερη σημασία από τα χρήματα. Οι γονείς της οδηγούνται στο χωρισμό μετά από ένα οικονομικό σκάνδαλο που σκιάζει το όνομα του πατέρα της. Από εκεί και πέρα, ζει με τη μητέρα και τα τρία της αδέλφια. Το ιδιαίτερο ταλέντο της στο χορό, φαίνεται ήδη από την τρυφερή ηλικία των 6 ετών. Εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι της αρέσει να μαζεύει τα παιδιά της γειτονιάς για να τους διδάσκει χορό.

 Στα 10 της χρόνια εγκαταλείπει το σχολείο, έχοντας τη συγκατάθεση της μητέρας της. Είναι 13 ετών όταν έχει αρχίσει να εμφανίζεται σε παραστάσεις στο Σαν Φρανσίσκο, κι αργότερα -στα 15 της χρόνια- συνεχίζει στο Σικάγο και στη Νέα Υόρκη. Τέσσερα χρόνια αργότερα, στα 19 της, νιώθει ότι ασφυκτιά από τις αισθητικές συμβάσεις του νεουορκέζικου περιβάλλοντος. Θεωρεί τον τρόπο κίνησης που απαιτεί το μπαλέτο εκεί, υπερβολικά αυστηρό και σνομπ.

Αποφασίζει, λοιπόν, να εγκατασταθεί στο Λονδίνο όπου σπουδάζει την ελληνική τέχνη και φιλοσοφία, καταφέρνοντας να διαμορφώσει και να επιβάλει μια δική της επαναστατική και πρωτοποριακή αντίληψη για το χορό. Υπερασπίζεται με ιδιαίτερο πάθος τη λιτότητα στην τέχνη της. Οι κινήσεις της χαρακτηρίζονται από έντονο συναισθηματισμό, αρμονία και η ικανότητά της να μεταδίδει αυτό που νιώθει είναι μοναδική.

 Συχνά χορεύει με γυμνά πόδια, ντυμένη με έναν αρχαικό χιτώνα, μπροστά σε ένα απλό θαλασσί ριντό. Η φήμη της απλώνεται στο Παρίσι, στο Βερολίνο, στη Βιέννη και στην Αγία Πετρούπολη. Στη Βουδαπέστη χορεύει με κόκκινο χιτώνα μπροστά στους εκπροσώπους της αυστριακής μοναρχίας για να τιμήσει τους Ούγγρους επαναστάτες. Τρεις φορές επισκέπτεται την Ελλάδα και ονειρεύεται να ιδρύσει μια σχολή χορού στην Αθήνα.

Η Ντάνκαν αυτοορίζεται ως επαναστάτρια και είναι αλήθεια πως φέρνει μια επανάσταση στην τέχνη του χορού.  “Δεν επινόησα τον χορό, υπήρχε πριν από εμένα. Κοιμόταν όμως, και εγώ τον ξύπνησα!” λέει η ίδια. Για εκείνη, ο χορός είναι μια ρομαντική απόδραση. Αν και θαυμάζει υπερβολικά την Άννα Πάβλοβα, διαφωνεί πλήρως με τους αυστηρούς κώδικες του μπαλέτου που εκπροσωπεί η μεγάλη Ρωσίδα χορεύτρια. Μακαρίζει, μάλιστα, τον εαυτό της, γιατί δεν έχει υποστεί την “παράλογη” δοκιμασία των πουάν και της τούλινης φουστίτσας. “Το ωραίο πρόσωπο της Πάβλοβα έπαιρνε τις βλοσυρές γραμμές ενός μάρτυρα”, θυμάται στην αυτοβιογραφία της. Η Ντάνκαν δεν διστάζει να καταργήσει τους αυστηρούς κανόνες του μπαλέτου σε μια άκρως πουριτανική εποχή, που σε καμία περίπτωση δεν βλέπει  με καλό μάτι τις καινοτομίες.  Όποιος βλέπει την “ξυπόλητη χορεύτρια” να χορεύει, μαγεύεται.  Εμπνέει την καλλιτεχνική αφρόκρεμα της εποχής της, όπως τον Ροντέν και τον Στανισλάφκσι.

Δεν είναι, όμως, μόνο στο χορό ατίθαση κι απελευθερωμένη. Το ίδιο ισχύει και στην προσωπική της ζωή. Δηλώνει φεμινίστρια καθώς και υπέρμαχος του ελεύθερου έρωτα. Αποκτά δύο παιδιά από δύο διαφορετικούς άντρες, αλλά δεν παντρεύεται κανέναν. Το 1913, η μοίρα της δίνει ένα πολύ άσχημο χτύπημα. Καθώς τα δύο της παιδιά επιστρέφουν με την νταντά τους, ο οδηγός αναγκάζεται να σταματήσει για να αποφύγει ένα τρακάρισμα. Βγαίνει για να βάλει χειρόφρενο και το αυτοκίνητο κινείται και πέφτει στον ποταμό Σηκουάνα.  Τα παιδιά της, δυστυχώς, πνίγονται. 

Μετά το δυστύχημα, πηγαίνει στην Κέρκυρα όπου ζει εκεί για αρκετό καιρό με την Ιταλίδα ομοφυλόφιλη ηθοποιό, την Ελεονώρα Ντούζε. Ταξιδεύει, λίγο αργότερα, στην επαναστατημένη Ρωσία, επιστρέφοντας ως σύζυγος του μεγάλου ποιητή Γεσένιν. Αποφασίζει να φύγει μαζί με τον σύζυγό της στην Αμερική. Η αποδοχή που δέχονται είναι κακόβουλη. Και παλαιότερα, άλλωστε, η αμερικανική κοινωνία την έχει επικρίνει για τα φιλορωσικά της αισθήματα. Ο Γεσένιν, αποφασίζει να επιστρέψει στην πατρίδα του γιατί δεν αντέχει να αντιμετωπίσει την κατάσταση που επικρατεί. Ένα χρόνο αργότερα αυτοκτονεί.

Η Ισιδώρα Ντάνκαν, συντετριμμένη, απομονώνεται στη Νίκαια της Γαλλίας όπου ξεκινά τη διδασκαλία χορού. Πραγματοποιεί πολλές περιοδείες και ιδρύει σχολές χορού σε αρκετές πόλεις. Isadorables” είναι το παρατσούκλι με το οποίο έμειναν γνωστοί οι μαθητές της.

Ο θάνατός της, τόσο τραγικός και παράδοξος, που μοιάζει σαν μια ύστατη ποιητική χορογραφία της. Στις 14 Σεπτεμβρίου 1927, η Ισιδώρα Ντάνκαν οδηγεί το νέο της ανοιχτό σπορ αυτοκίνητο στη Νίκαια της Γαλλίας, για πρώτη φορά. Η μακριά κόκκινη εσάρπα που φορά, τυλίγεται στο λαιμό της, μπλέκεται στην πίσω ρόδα του αυτοκινήτου της και η Ισιδώρα πεθαίνει από ασφυξία.

Η θρυλική ιέρεια του μοντέρνου χορού, κατάφερε να δώσει νέα πνοή στην τέχνη της με την απαράμιλλη κίνησή της. Μιας τέχνης που είχε όλα τα γνωρίσματα της ευγένειας.

Πηγές:

– My Life: Isadora Duncan

– Vanity Fair

(12)