Του Γιώργου Ανδρειωμένου
σε παρουσίαση Αργύρη Βουρνά
από τις “Συλλογές”

Γιώργος Ανδρειωμένος, Η “ΜΑΣΣΑΛΙΩΤΙΔΑ” ΣΤΑ ΕΠΤΑΝΗΣΑ – Ξαναδιαβάζοντας τους “προσολωμικούς” ποιητές, έκδοση 2016 Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη, σχήμα 20,5×14,5 εκατ. 280 σελ.

Ο Γιώργος Ανδρειωμένος, καθηγητής της Νεοελληνικής Φιλολογίας και Αναπληρωτής Πρύτανης στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, φίλος και συνεργάτης του περιοδικού για χρόνια, είναι γνωστός για την πρωτοτυπία των εργασιών του και τον ερευνητικό μόχθο που καταβάλλει σε κάθε του βιβλίο. Αυτό θα μπορούσε να παρατηρηθεί ευθύς εξαρχής και για την εδώ παρουσιαζόμενη δουλειά του, που αναφέρεται σε ένα θέμα ερεθιστικό και ανοιχτό στην έρευνα: τον ερχομό των γαλλικών επαναστατικών ιδεών και πρακτικών στα Επτάνησα και στη δεξίωσή τους από τους τοπικούς δημιουργούς, που αποκλήθηκαν “προσολωμικοί” από τους μελετητές.

Με το θέμα είχε ασχοληθεί ο συγγραφέας και σε ένα μικρότερο πόνημά του, που εκδόθηκε στην Κέρκυρα το 1997, καθώς και σε πιο πρόσφατο δημοσίευμά του, το οποίο παρουσιάστηκε από τον υπογραφόμενο στις Συλλογές λίγους μήνες πιο πριν. Ωστόσο, στο παρόν βιβλίο του ο Ανδρειωμένος ξεπερνά κατά πολύ τους στόχους των προγενέστερων συναφών μελετημάτων του, αφού παραθέτει και συζητά πλουσιότερο υλικό, το οποίο πλαισιώνει με τα απαραίτητα φιλολογικά “εργαλεία”.

Πιο συγκεκριμένα, ο συγγραφέας ξεκινά την πραγμάτευση του θέματός του αναφερόμενος στις παρακαταθήκες που άφησε στον χώρο των Επτανήσων η μακραίωνη Βενετσιάνικη κατοχή. Πολύ σωστά ο Ανδρειωμένος παρατηρεί ότι οι παρακαταθήκες αυτές διαφέρουν από νησί σε νησί ως προς τις επιπτώσεις, τη διάρκεια και την ένταση με την οποία βίωσε ο πληθυσμός του την Ενετική κυριαρχία, ενώ σκιαγραφεί με μεστό λόγο τις βασικές συνιστώσες τη παρουσίας των Βενετών στα νησιά, ώστε να διαφανούν εναργέστερα οι επιπτώσεις στις τοπικές κοινωνίες και οι αλλαγές που συντελέστηκαν σε αυτές από τον ερχομό των Γάλλων δημοκρατικών στρατιωτών.

Πράγματι, το ζήτημα αυτό καταλαμβάνει το κυρίως σώμα της εργασίας του Ανδρειωμένου. Οι Γάλλοι έφτασαν στα Ιόνια Νησιά το καλοκαίρι του 1797, στο πλαίσιο της ναπολεόντειας εκστρατείας προς ανατολάς. Ο Βοναπάρτης σχεδίασε τον ερχομό αυτόν με χειρουργική ακρίβεια, όπως άλλωστε έκανε και με όλες του τις κινήσεις. Αφού εγκαθίδρυσε δημοκρατικό δημαρχείο στην ίδια τη Βενετία, εμφανίστηκε ως σύμμαχος των Βενετσιάνων στη διοίκηση των νησιών, στα οποία εγκαταστάθηκαν γαλλικά στρατεύματα χωρίς να προβληθεί η παραμικρή αντίσταση. Έδωσε, μάλιστα, εντολές σε δύο έμπιστα σε αυτόν πρόσωπα (τον Κορσικανό στρατηγό Anselmo Gentili και τον επιφανή διανοούμενο Antoine Vincent Arnault) να κολακεύσουν τα πατριωτικά αισθήματα των Επτανησίων, με τις απαραίτητες αναφορές στην ελληνική αρχαιότητα. Από την άλλη, ήδη από την αρχή της γαλλικής παρουσίας, αλλά ιδίως μετά τη συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο (Οκτώβριος 1797), οπότε η κατοχή των νησιών πέρασε αποκλειστικά στον Ναπολέοντα, συντελέστηκαν ραγδαίες πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις, αφού προωθήθηκαν δημοκρατικές διοικήσεις σε κάθε νησί, κάηκαν τα σύμβολα της Ενετικής παρουσίας και της Επτανησιακής αριστοκρατίας, δημιουργήθηκε βιβλιοθήκη, συστάθηκε τυπογραφείο, άνοιξαν δημόσια σχολεία, υιοθετήθηκε η χρήση της ελληνικής σε δημόσια έγγραφα κ.ά.π.

Οι ντόπιοι υποδέχθηκαν τους Γάλλους με ανάμικτα συναισθήματα: οι ανώτερες κοινωνικές τάξεις τους αντιμετώπισαν με σκεπτικισμό, καχυποψία και αρνητική διάθεση, αφού έβλεπαν να χάνονται δικαιώματα αιώνων. Τα κατώτερα λαϊκά στρώματα, όμως, όπως και η μεσαία τάξη, τους είδαν ως ελευθερωτές. Οι ίδιοι οι Γάλλοι, βέβαια, υποδαύλισαν με κάθε τρόπο τέτοιες, θετικές προς αυτούς αντιδράσεις. Και το έκαναν, μεταφέροντας κατ’ ουσίαν τις πρακτικές και τις στρατηγικές της ίδιας της Επανάστασης στα Επτάνησα και προσαρμόζοντάς τες στην πραγματικότητά τους. Έτσι, αφού προώθησαν τη χρήση της απλοελληνικής, θέλοντας να αποσυνδέσουν τους Επτανησίους από το βενετσιάνικο παρελθόν, όπου η ιταλική ήταν η επίσημη γλώσσα, αλλά και να διοικήσουν αποτελεσματικότερα τα νησιά, μετέφεραν, μαζί με το επαναστατικό ημερολόγιο, τις ποικίλες εορτές του, όπου λάμβαναν χώρα πλήθος δρωμένων και μαζικών εκδηλώσεων, καταπώς συνέβαινε στους δρόμους του Παρισιού. Παράλληλα, οι επαναστατικές ιδέες διατυμπανίζονταν με στίχους σε απλή ελληνική και στους ρυθμούς της “Μασσαλιώτιδας”, της “Καρμανιόλας” και άλλων επαναστατικών τραγουδιών, με τον τρόπο που γινόταν στην ίδια τη Γαλλία, όπου όλοι τραγουδούσαν: επαναστάτες και αντεπαναστάτες. Οι πρώτοι διακήρυσσαν τις απόψεις τους και οι δεύτεροι τις διακωμωδούσαν παρωδώντας τες.

Ο Ανδρειωμένος συσχετίζει μαεστρικά αυτήν την ατμόσφαιρα και τις συγκεκριμένες στρατηγικές, με τα στιχουργήματα των αποκαλούμενων “προσολωμικών” ποιητών, τα οποία συντέθηκαν με αφορμή τη συζητούμενη συγκυρία. Ο Αντώνιος Μαρτελάος, εγκωμιάζοντας τους Γάλλους, και ο Νικόλαος Κουτούζης, μεμφόμενος τον Βοναπάρτη, έκαναν στην πράξη, μαζί με τους ομοϊδεάτες τους, ότι και οι ομότεχνοί τους στα καφέ και στις πλατείες του Παρισιού. Και οι δύο αυτοί δημιουργοί, ιερείς και λόγιοι, λειτούργησαν πρωτίστως με ιδεολογικά κριτήρια, αφήνοντας για λίγο τις αρχαιοπρεπείς συνθέσεις και στρεφόμενοι σε λαϊκότροπα στιχουργήματα, προκειμένου να προπαγανδίσουν όσα πίστευαν. Ο συγγραφέας “ξαναδιαβάζει” έτσι το έργο των “προσολωμικών” στιχουργών, τοποθετώντας το εύστοχα μέσα στην τότε συγκυρία και συζητώντας το σε σχέση με τη λογοτεχνική δημιουργία που έμελλε να αναπτυχθεί στα Επτάνησα τα κατοπινότερα χρόνια. Ως φιλολογική πλαισίωση στο κυρίως σώμα της εργασίας του, ο Ανδρειωμένος παραθέτει ανθολόγιο με όλα τα στιχουργήματα που χρησιμοποίησε για τη σύνθεση της εργασίας του, συνοδευόμενο από γλωσσάριο όπου επεξηγούνται όλες οι ιδιωματικές λέξεις, εκτενή βιβλιογραφία και πολύ ενδιαφέρον εικονογραφικό παράρτημα, με σπάνιες απεικονίσεις σχετικές με τη θεματική του βιβλίου.

Συμπερασματικά, πρόκειται για ένα καλαίσθητο πόνημα, πρωτότυπο ως προς το θέμα του και μεθοδικό ως προς την ανάπτυξή του, που φέρνει στο φως ενδιαφέρουσες πτυχές της Επτανησιακής ιστορίας. Μπορεί οι Γάλλοι να μην έμειναν για μεγάλο χρονικό διάστημα στα Ιόνια Νησιά. Μπορεί στο τέλος να διέψευσαν τις ελπίδες των ντόπιων για απελευθέρωση των ομοεθνών τους και να τους απογοήτευσαν με τη στάση που κράτησαν απέναντι στην τοπική λατρεία και τα δανεικά και αγύριστα που έλαβαν από Επτανησίους. Μπορεί και στη δεύτερη γαλλική κατοχή των Επτανήσων (1807 – 1809), ως αυτοκρατορικοί αυτή τη φορά, να μην ανταποκρίθηκαν πλήρως στις προσδοκίες των Επτανησιωτών που και πάλι τους υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό. Άφησαν, όμως, έντονη τη σφραγίδα τους και άλλαξαν τα πολιτικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δεδομένα των Ιονίων, μια για πάντα. Δεν έχει κανείς παρά να διαβάσει το σημαντικό αυτό βιβλίο του Ανδρειωμένου για να δει το τι και το πώς της υπόθεσης…

Το βιβλίο μπορεί να το βρει κανείς στο Ίδρυμα Ουράνη της Ακαδημίας, Όθωνος 8, Αθήνα, τηλ. 210 3225338 ή κατόπιν παραγγελίας στα κεντρικά βιβλιοπωλεία της πρωτεύουσας.

(186)